Wednesday, January 15, 2014

Διαδικασία και ουσία


Share/Bookmark
Το ρωμέϊκο στον δημόσιο χώρο συγχέει με αξιοθαύμαστη κι αδιάλειπτη συνέπεια και συνέχεια (μία από τις λίγες της φυλής) τη διαδικασία με την ουσία. Στην πραγματικότητα αποφεύγουμε την ουσία δια της διαδικασίας η οποία μετατρέπεται σε αυτοσκοπό και χαρίζει ένα είδος αυτοϊκανοποίησης, ευρύτερα γνωστό με ένα κοινότατο ουσιαστικό. Όποιος έχει ασχοληθεί με διαγωνισμούς, αξιολογήσεις, συνελεύσεις, διαχείριση, αποφάσεις, εκλογές, πολιτική, γραφειοκρατία, νόμους, προφήτες και άλλα τινά παρόμοια κι έχει επιβιώσει απ' αυτά, τo γνωρίζει αρκετά καλά.

Δεν ξεκινούμε ποτέ με το ερώτημα: "πού ακριβώς θέλουμε να πάμε και με ποιους συγκεκριμένα; τι ακριβώς θέλουμε να αγοράσουμε και πότε; τι έργο να υλοποιήσουμε; τι να επιτύχουμε;", να οριοθετήσουμε προτεραιότητες και στόχους και εν συνεχεία να σχεδιάσουμε το πώς. Να προσαρμόσουμε δηλαδή τις διαδικασίες στο ζητούμενο. Να ορίσουμε θεσμούς που με τη σειρά τους αποκτούν ονοματεπώνυμο και μετατρέπονται σε συγκεκριμένους υπευθύνους με σάρκα και οστά, οι οποίοι οφείλουν να κρίνουν και να αποφασίσουν προσωπικά μετά λόγου γνώσεως και ευθύνης, και εν συνεχεία να κριθούν κι αυτοί με τη σειρά τους για τις συνέπειες των αποφάσεών των. Δηλαδή να κάνουμε οικονομία, πολιτική, διοίκηση ή απλά νοικοκυριό, να παράγουμε ηγεσία. Το αποφεύγουμε όμως αυτό για κάποιο λόγο εθνικής ιδιοσυγκρασίας, όπως ακριβώς ο διάβολος αποφεύγει το φρικτό λιβάνι.

Διαθλούμε τις ευθύνες των επιλογών και των αποφάσεων σε ομάδες, σε επιτροπές, σε μεγαλύτερες επιτροπές, σε ακόμη μεγαλύτερες επιτροπές, σε τιτανοτεράστιες επιτροπές, αν είναι δυνατόν στον κόσμο όλον. Συνήθως δε η διάθλαση αυτή, η εσώτερη πίστη στην ουσία της διαδικασίας, συναρτάται με το υπερμέγεθες Εγώ μας, με μια αδικαιολόγητη πίστη στον εαυτόν, που δεν αποδέχεται άλλον εαυτόν ανώτερον. Σύνηθες αποτέλεσμα της θαλπωρής κάποιας Αγίας κι ευλογημένης ελληνικής οικογένειας, που εξασφαλίζει τον παράδεισο του ακαταδίωκτου, τη συγνώμη της αυτοϊκανοποίησης, τη φενάκη της κακομαθημένης εξουσίας. Εκεί λοιπόν, στον χώρο του Κυνόδοντος, όλα είναι ουσία (δηλαδή άνευ όρων εξουσία) και διαδικασία μηδέν. Όλα επιτρέπονται, αρκεί το κύτταρο να επιβιώσει με όλα τα πολύτιμα βλαστοκύτταρά του. Κανόνας ουδείς, πλην αυτού του ισχυροτέρου, του έχοντος τα λεφτά, την πορτοφόλα, το πάνω το χέρι, για όσο τάχει κι αυτός ο κακομοίρης.

Όξω οι διαδικασίες από την οικογενειακή μας πόρτα! σαν τα σκουπίδια, στην αυλή της "δημοκρατίας", όπου σωριάζονται σωρός μεγάλος.

Βυθιζόμεθα ούτω πως για ώρες, εβδομάδες, μήνες, χρόνια, δεκαετίες ακόμη σε ατέρμονες κι εσώκλειστες συζητήσεις επί των διαδικασιών που δεν αφορούν κανέναν, πέραν όσων με ενάργεια συμμετέχουν σε αυτές. Και καμιά φορά ούτε και αυτών όλων, διότι ορισμένοι, παρότι καταφανώς βαριούνται, παραμένουν ως αιχμάλωτοι, μηχανικά - μάλλον δεν θάχουν κάτι καλύτερο να κάμνουν.

Εξαντλούν όμως με βεβαιότητα την υπομονή και την ενέργεια, την stamina αγγλιστί, όσων ενδεχόμενα θα εξεδήλωναν ένα ενδιαφέρον, μία προδιάθεση, μία επιθυμία για την καταραμένη κι εγκαταλειμμένη ουσία, οι οποίοι αντιδρούν με τη φυγή προς την επιβίωση και ίσως προς κάποιας μορφής ελευθερία, αφήνοντας τον χώρο και τον χρόνο ελεύθερους στους εραστές της διαδικασίας.

Οι εκτός, οι απέξω, οι αναμένοντες το αποτέλεσμα του διαγωνισμού και το συνακόλουθο έργο, οι τρέχουσες εξελίξεις, το καθήμενον χρήμα στα θησαυροφυλάκια του κράτους που καταλήγει στις τσέπες των επιτηδείων, οι διεθνείς συνθήκες, οι επιχειρήσεις, οι νοικοκυρές, οι κομμώτριες και οι καθηγητές, οι αγρότες, οι μετανάστες, οι καλλιτέχνες και οι πόρνες, οι οραματιστές, οι διανοούμενοι, τα τσόλια και οι κάγκουρες και τέλος οι απελπισμένοι, αυτό το συνονθύλευμα που εν γένει αποκαλούμε κάπως υποτιμητικά ο «λαός», σκέφτονται μοιραία λαϊκώς, με ανυπομονησία ή πλησμονή ανάλογα με την πλευρά στην οποία ετάχθη ο καθείς, κι απορούν: «εδώ ο κόσμος χάνεται και το μ@@@ί χτενίζεται;» (μετά συγχωρήσεως).
Καμιά φορά (σπανίως) οι επίπονες συζητήσεις καταλήγουν στο αυτονόητο, αλλά ακόμη και τότε είναι άκαιρο, εκτός χρόνου πλέον, πεπαλαιωμένο. Το παράθυρο έχει κλείσει. Το πουλάκι έχει πετάξει.

Η μονομανής και εξακολουθητική ενασχόληση με τις διαδικασίες, ο δημοκρατικός σχολαστικισμός, ο καινοτόμος νομικισμός κάθε είδους, όταν δεν τιμωρούνται δια ροπάλου από έναν οργανισμό με ένστικτο αυτοσυντήρησης (είτε με οστρακισμό, είτε ποινικώς, είτε με τη χλεύη, όπως συμβαίνει στα προηγμένα έθνη), λειτουργούν ως μια πελώρια μαύρη τρύπα. Απορροφούν ενέργεια, επιβραδύνουν κι ακινητούν τον χρόνο, κατά τρόπον ώστε ο ατυχής που έχει εμπλακεί στο αμείλικτο δίχτυ να αντιλαμβάνεται αποκλειστικά και μόνο ό,τι κινείται στον ρυθμό της μάταιης διαδικασίας. Σύμφωνα δε με τα θεωρήματα της σύγχρονης επιστήμης, ούτε καν το φως των Φώτων δεν μπορεί να διαφύγει από την αφόρητη έλξη της.

Έτσι η μονήρης αυτή ενασχόληση που φαντασιώνεται πως είναι συλλογική, κατατρώγει και τα λαμπρότερα πνεύματα και τις καλύτερες προθέσεις.

Όταν προσεγγίσεις στην ακτίνα έλξης της περί διαδικασίας κουβέντας, εμφανίζεται τρομερό το δίλημμα: αν μπεις στη συζήτηση, δεν βγαίνεις ποτέ. Αν την αγνοήσεις, ρουφάει το περίγυρο σύμπαν μαζί με σένα. Να ζει, δηλαδή, κανείς ή να μη ζει; όπως αναρωτιέται ο σεξπηρικός Αμλέτος. Μόνη λύση για να παραμείνεις ζωντανός: να τρέξεις να σωθείς.

Αυτή όμως συνεχίζει την πορεία της ακάθεκτος προς τον προορισμό της: το κέντρο της αβυσσαλέας μαύρης οπής. Ο χρόνος του σύμπαντος επιβραδύνει εντός της, ενώ ο γύρω κόσμος προχωρά ταχέως, με αποτέλεσμα οι παγιδευμένοι στην έλξη της διαδικασίας και ο υπόλοιπος κόσμος να υπάρχουν τελικά σε δύο παραλλήλως εξελισσόμενα σύμπαντα. Ώστε ακόμη και στην απίθανη περίπτωση όπου το διαδικαστικό σύμπαν ξεβραστεί σε κάποιο σημείο του κόσμου από την άλλη άκρη της αβύσσου, ο χρόνος έχει πια προσπεράσει και το παράθυρο της σύντομης ανθρώπινης ζωούλας έχει ήδη κλείσει: τα προϊόντα προς αγορά έχουν πλέον παλιώσει, τα έργα που δεν εκάμαμε τάκαναν άλλοι κάπου αλλού, οι άνθρωποι που επιθυμήσαμε έχουν γεράσει και ζήσει άλλες ζωές μ' άλλους ανθρώπους, οι διαπραγματευτικές ευκαιρίες έχουν χαθεί, τα οράματα έχουν ξεθωριάσει, τα παράθυρα ευκαιρίας έχουν κλείσει, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα έχουν χαθεί, τα πρακτικά πράγματα για τις ζωές των ανθρώπων που μπορούσαν να γίνουν δεν έχουν πλέον σημασία, τα διαπραγματευτικά χαρτιά έχουν αραχνιάσει και μαραθεί στα χέρια παικτών που έχουν απομείνει γύρω από ένα τραπέζι με την τράπουλα στο χέρι, σαν τους σκελετούς σε πειρατικές ταινίες του Χόλυγουντ.

Ενώ ο χάρτης με τον δρόμο προς τον θησαυρό παραμένει κιτρινισμένος, μουχλιασμένος κι άχρηστος να κρέμεται κάτω από το απέναντι φινιστρίνι, από το οποίο μισοφαίνεται ο ορίζοντας που δεν θα ταξιδέψουμε ποτέ, ενός ακόμη πλοίου-φάντασμα, όπως τόσα και τόσα άλλα. 

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος





No comments:

Post a Comment