Tuesday, February 23, 2016

Το όνειρο


Share/Bookmark
Σήμερα είχα μια πολύ σπάνια εμπειρία. Το περασμένο έτος είχα μια σχετικά υψηλή επιστροφή από τη φορολογική δήλωση, για πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια που έβγαινε πάντοτε χρεωστική. Η οποία δεν είχε πιστωθεί φυσικά στον λογαριασμό μου ακόμη, κοντά δέκα μήνες μετά. Υπέθετα (και σωστά) ότι εντάσσεται στο πλαίσιο της γενικότερης τακτικής καθυστερήσεων και στάσης πληρωμών του Δημοσίου, και νόμιζα ότι κάποια στιγμή θα κατατεθεί αυτομάτως στον λογαριασμό μου. Φόρους δεν χρωστούσα και δεν χρωστώ.

Οπλίστηκα με όση καρτερία διαθέτω και αποφάσισα να επισκεφθώ τη Δ.Ο.Υ., πράγμα το οποίο όπως όλοι αποφεύγω όσο είναι δυνατόν, για να μη χάνω χρόνο και διότι οι άνθρωποι τείνουν να αποφεύγουν τα δυσάρεστα συναισθήματα και τη σύγχυση.

Ανεβαίνοντας από τις σκάλες (δεν λειτουργούσε ο ανελκυστήρας) στον τρίτο όροφο που βρίσκεται το εισόδημα, δοκίμασα την πρώτη έκπληξη. Μπαίνοντας κοίταξα αμήχανος για το πού να πάω και έπεσε η ματιά μου στον ταμία, πίσω από τον γκισέ. Συνήθως ουδείς δίνει πληροφορίες εάν δεν είναι στο αντικείμενό του. Μου χαμογέλασε ευγενικά. "Τι θα θέλατε;"

Του εξήγησα λαχανιασμένα. 
- Πάρτε μια ανάσα, μην αγχώνεστε! Καπνίζετε;
- Περιστασιακά.
- (χαμογελώντας) Ε, αυτό φταίει. Μην ανησυχείτε, πρέπει να κάνετε μια αίτηση. Μισό λεπτό.

Και τσουπ, βγάζει την αίτηση μισοσυμπληρωμένη και μου τη δίνει.
- Θα συμπληρώσετε αυτό και εκείνο και θα τη δώσετε στην κυρία στο βάθος. Εδώ θα βάλετε τον λογαριασμό σας,
- Ευχαριστώ πολύ. Δυστυχώς δεν εκτύπωσα το IBAN, το έχω στο στικάκι αυτό όμως. Το έχω και στη δήλωσή μου.
- Α, μην ανησυχείτε. Δεν μπορώ να σας το τυπώσω, αλλά ελάτε μαζί μου

Βγήκε από τον γκισέ και με πήγε στην (επίσης ευγενέστατη) προϊσταμένη, που εξυπηρετούσε κάποιον άλλον. Της εξήγησε εν συντομία και εκείνη δίχως καθυστέρηση μπήκε στο σύστημα και εκτύπωσε τη σχετική σελίδα από τα στοιχεία μου για να την επισυνάψω στην αίτηση. 

Τους ευχαρίστησα και πήγα στην ουρά των ανθρώπων που περίμεναν για τους συμψηφισμούς.

Μια υπάλληλος, παχουλή, καστανή, με πολύ γλυκιά και ευγενική φυσιογνωμία, ζεστή φωνή, που απέπνεε κάτι καθησυχαστικό, αγωνιζόταν να εξυπηρετήσει το κοινό. Μιλούσε με χαμηλούς τόνους και εξαιρετικά φιλικά σε όλους. 

Ήταν 6-7 άτομα πριν από εμένα, μια πολύ ενδιαφέρουσα πανίδα. Μια κοντόχοντρη κυρία, καλοντυμένη, με αρκετές τρίχες στο πηγούνι, που δήλωνε με 80% αναπηρία (παρότι δεν φαίνονταν πουθενά εξωτερικά κάτι τέτοιο, αλλά τέλος πάντων), οργισμένη με τα πάντα και ιδιαιτέρως με όλους αυτούς τους καινούργιους πούρχονται στη χώρα και έλεγε κάτι ακατάληπτα για τον Άγιο Παντελεήμονα και περίμενε 30 ευρώ επιστροφή. Μια άλλη κυρία, που μάλλον εργαζόταν ακόμη παρά την ηλικία της, και έπρεπε να κάνει κάποιον συμψηφισμό και παραπονιόταν χαριτολογώντας για το ότι έβαλε όλα της τα λεφτά στα τούβλα και τώρα τα τούβλα τη βαράνε στο κεφάλι. Μια σεμνή κυρία, 80 ετών που έδειχνε πολύ νεώτερη, δουλεμένη στην κοψιά, που περίμενε για 27 ευρώ. Με τη σύνταξή της πλήρωνε το ενοίκιο του μικρού σπιτιού της και δεν ήθελε να μείνει στον γιο της για να μην ενοχλεί, ο οποίος μεγάλωνε μόνος του δυο παιδιά 13 και 15 ετών, διότι η γυναίκα του τους εγκατέλειψε από όταν ήταν μικρά. Τους έκανε όμως τις δουλειές, τους βοηθούσε με ό,τι χρήματα της έμεναν και ντρέπονταν που έτρωγε σε αυτούς. Ένας νεαρός μουτζούφλης, στρατιωτικός, αδιάφορος για όλα εκτός από την ομορφιά του.
 
Όλοι θυμωμένοι, καθένας με άλλον τρόπο, με «αυτούς», που τους ταλαιπωρούν, που κάνουν ό,τι τους κατέβει και καθένας για τα λίγα χρήματα που του αντιστοιχούσαν τους ανάγκαζαν να μπουν σε αυτή τη διαδικασία. Αλλά, «όχι, δεν θα τα χαρίσουμε», ήταν το κοινό μότο.

Η υπάλληλος προσπαθούσε να εξυπηρετήσει δύο και τρεις πολίτες μαζί με εξαιρετική αποτελεσματικότητα. Όταν συμπλήρωνε χαρτιά ο ένας, συνέχιζε με τον άλλον καθοδηγώντας τον πρώτο. Σηκωνόταν κάθε λίγο για να εκτυπώσει, να ψάξει σε άλλο πόστο εργασίας εάν κανείς χρωστάει, μιλούσε σε όλους καθησυχαστικά και με γλύκα. Σε κάποια στιγμή, μια άλλη πιο πίσω τη ρώτησε αν θα τελειώσουμε, αν θα καταφέρουμε να ολοκληρώσουμε τις επιστροφές ή να φύγουμε.
- Σσσς, πουθενά μην πάτε, περιμένετε λίγο, πηγαίνετε στο «σαλόνι» μας και περιμένετε, και, συνωμοτικά, χαμογελώντας, «τσιμουδιά μη λέτε, θα σας τακτοποιήσουμε.»

Πρέπει να σηκώθηκε ίσαμε 15 - 20 φορές για να συνοδεύσει δυο δυο τους πολίτες είτε στο ταμείο, είτε για να ψάξει χαρτιά, είτε για να τους εξηγήσει πώς να συμπληρώσουν, πάντα με την ίδια καλή διάθεση, το ίδιο ενδιαφέρον και ένα καλαμπούρι, το ίδιο χαμόγελο. Χρειαζόταν μια φωτοτυπία από την ηλικιωμένη κυρία και απολογητικά της είπε:
- Δυστυχώς δεν λειτουργεί το φωτοτυπικό μας. Δεν έχουν χρήματα να μας το φτιάξουν, λένε. Ντρέπομαι να σας λέω να πάτε κάτω να βγάλετε φωτοτυπίες.

Κάπως τα κατάφερε να προσπεράσει το θέμα και να μην ταλαιπωρήσει τη γυναίκα. 

Ο κόσμος γλύκανε. Σχεδόν ξεχάσαμε όλοι τον θυμό.

Την ώρα που συμπλήρωνα την αίτησή μου, πριν έρθει η σειρά μου, διαπίστωσα πως είχα ξεχάσει την ταυτότητα στο σπίτι. Ετοιμάστηκα να φύγω. Παίρνω όμως το θάρρος και τη ρωτώ για να μην περιμένω αδίκως, αν πρέπει να επιστρέψω άλλη μέρα.
- Μείνετε, θα σας εξυπηρετήσουμε, ήρθε η απροσδόκητη απάντηση.

Πράγματι, όταν ήρθε η δική μου σειρά με εξυπηρέτησε γρήγορα, δεν ζήτησε την ταυτότητα, με κοίταξε και μου είπε:
- Μα σας χρωστάμε αρκετά χρήματα, γιατί δεν ήρθατε νωρίτερα;
- Δεν το ήξερα πως έπρεπε να κάνω αίτηση, υπέθετα ότι γίνεται αυτόματα.
- Έτσι γίνονταν αλλά δεν γλιτώνετε από εμάς. Βλέπω έχετε μια δόση ακόμη του ΕΝΦΙΑ.
- Ναι, το βάζω στην τράπεζα να πληρωθεί αυτόματα και θα καταβληθεί στις 26.
- Να το συμψηφίσω;
- Ό,τι σας βολεύει, δεν με ενοχλεί. Απλώς πρέπει να ακυρώσω την πληρωμή μου. Μόνο σας παρακαλώ,   αν το συμψηφίσετε, να είναι βέβαιο ότι θα γίνει για να μην ακυρώσω την πληρωμή και βρεθώ να          χρωστώ και πληρώνω πρόστιμα.
- Μην ανησυχείτε καθόλου, εμείς έπρεπε να σας έχουμε πληρώσει και σας χρωστάμε χρήματα τόσον  καιρό!

Σάστισα. Η γυναίκα αυτή έκανε τη δουλειά τριών υπαλλήλων μόνη της, από πόστο σε πόστο. Μια άχρηστη δουλειά, παρόλα αυτά, που οφείλεται στην κουτοπονηρία του Ελληνικού Κράτους. Γιατί θα πρέπει να κάνω μια αίτηση για να μου επιστρέψουν χρήματα που μου χρωστούν; Υπάρχει καμιά περίπτωση να μην το θέλω; Ήδη στη φορολογική μου δήλωση έχω κάνει την αίτηση βάζοντας και τον λογαριασμό μου. Και να εργάζονται τόσοι άνθρωποι γι’ αυτό.

Η υπάλληλος όμως έκανε τη δουλειά της αποτελεσματικά, με κέφι και σεβασμό, λύνοντας προβλήματα και όχι δημιουργώντας εμπόδια. Απορροφούσε τον συσσωρευμένο θυμό όλων μας, με κατανόηση, ενδιαφέρον και, θα τολμούσα να πω, με στοργή. Τρεις εργαζόμενοι μόνοι τους σε έναν απέραντο όροφο (η προϊσταμένη και ο ταμίας) αντιμετώπιζαν το τέρας που τους βάζουν να διαχειρίζονται και εξαγριώνει τους πολίτες.

Σκέφτηκα για μια και μόνο στιγμή, για φαντάσου αυτοί οι άνθρωποι να είχαν τη δυνατότητα να δουλέψουν σε ένα περιβάλλον με πολίτες λιγότερο οργισμένους, λιγότερες άχρηστες και κουτοπόνηρες διαδικασίες, να κάνουν κάτι ενδιαφέρον και δίκαιο, σε ένα κράτος που θα τους έδινε τη δυνατότητα να αξιολογηθούν, να εξελιχθούν, να ανέβουν στην ιεραρχία ανάλογα με την απόδοσή τους, που δεν θα τους έκανε να τρέχουν από πόστο σε πόστο για να κάνουν τη δουλειά τους, ένα κράτος με ένα γαμημένο φωτοτυπικό που να λειτουργεί, βρε αδελφέ!

Μετά βγήκα στον δρόμο, με το χάος, τα τετραπλοπαρκαρισμένα, τις μουτζούρες παντού, τον κόσμο πούτρεχε πανικόβλητος γιατί αναγκάζεται να σκορπά τη ζωή του κυνηγώντας κάτι που διαρκώς απομακρύνεται και φεύγει, για ένα ψευτοόνειρο, μια ψευτοσύνταξη, και η σκέψη εξατμίσθηκε στον ανοιξιάτικο Αττικό ουρανό.

Υ.Γ. Δεν θα αποκαλύψω για ποια Δ.Ο.Υ. πρόκειται. Μπορεί τελικά νάταν κι αυτό ένα όνειρο.

Γιώργος Γιαννούλης- Γιαννουλόπουλος


No comments:

Post a Comment